Κάτω από αυστηρότατα μέτρα ασφαλείας, οι ηγέτες των επτά ισχυρότερων βιομηχανικών χωρών (ΗΠΑ, Γερμανίας, Καναδά, Βρετανίας, Γαλλίας , Ιαπωνίας και Ιταλίας) συναντήθηκαν στο Ανάκτορο Έλμαου της Βαυαρίας στην καθιερωμένη ετήσια σύνοδό τους.
Περικυκλωμένοι από χιλιάδες διαδηλωτές, που ήδη ξεκίνησαν από τις παραμονές κινητοποιήσεις τους στο Μόναχο –πρωτεύουσα της Βαυαρίας- 100 χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο που πραγματοποιήθηκε η συνάντηση των G-7.
Η ατζέντα των θεμάτων θα απασχολήσει –όπως έχει ανακοινωθεί- περιλαμβάνει σημαντικά ζητήματα, όπως
- οι εξελίξεις στο πεδίο της παγκόσμιας οικονομίας,
- διεθνείς εστίες κρίσης και
- το περιβάλλον.
Στο περιθώριο και σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις συζητήθηκε και το ελληνικό ζήτημα.
Εκείνο που δεν έχει ανακοινωθεί, ότι θα συζητηθεί, είναι το κύριο θέμα που απασχόλησε τη σύνοδο των ισχυρών: Η Διατλαντική Συμφωνία Εμπορίου και Επενδύσεων, που προωθούν ασμένως οι ΗΠΑ.
«Οι αντιπρόσωποι των πλουσιότερων και ισχυρότερων κρατών του κόσμου θέλουν να αποφασίσουν την τύχη όλων των λαών, χωρίς να έχουν κάποια νομιμοποίηση γι’ αυτό», γράφει η ομάδα «StopG7 Elmau2015», στην ιστοσελίδα τους. Και συμπληρώνουν: «Η πολιτική των G-7 σημαίνει επιμονή στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, πόλεμο, στρατιωτικοποίηση, εκμετάλλευση, φτώχεια, πείνα, οικολογική υποβάθμιση και αποκλεισμό των προσφύγων».
Η TTIP κύριο θέμα
Την «Transatlantic Trade and Investment Partnership» – Διατλαντική Εμπορική και Επενδυτική Συνεργασία (TTIP), την οποία διαπραγματεύονται μυστικά εδώ και καιρό ΗΠΑ και ΕΕ προσπαθεί να την προωθήσει και η καγκελάριος Μέρκελ σε ένα διστακτικό κοινό ακόμη και στην Γερμανία, όπου το 43% την απορρίπτει «επειδή είναι κακή για τη χώρα».
Σε συνέντευξή της στην Süddeutsche Zeitung που δημοσιεύθηκε πριν την συνάντηση, η Άγκελα Μέρκελ υποστήριξε πως «επιθυμεί η συμφωνία για την TTIP να τεθεί σε εφαρμογή πριν ο Μπαράκ Ομπάμα εγκαταλείψει το Λευκό Οίκο τον ιανουάριο του 2017».
Υποστήριξε ακόμη, ότι «η ΤΤΙΡ (που έχει στόχο το άνοιγμα των ευρωπαϊκών αγορών σε όλα τα αμερικανικά προϊόντα –και τα μεταλλαγμένα) έχει στόχο να ενισχύσει περεταίρω τους εμπορικούς δεσμούς ανάμεσα στις δύο περιοχές να προωθήσει την ανάπτυξη, ανάμεσα στους άλλους στόχους».
Και ανέφερε πως ανάλογες συνομιλίες για την υπογραφή της Trans-PacificPartnership γίνονται ανάμεσα στις ΗΠΑ και δώδεκα χώρες (στις οποίες περιλαμβάνονται η Αυστραλία, η Ιαπωνία το Βιετνάμ και γ Νέα Ζηλανδία).
Ωστόσο οι αντιδράσεις για την TTIP, είναι ισχυρότατη στην Γερμανία, με μόνο τον εξαγωγικό βιομηχανικό τομέα να θεωρεί ότι ωφελείται από αυτήν. Αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αντιδρούν ιδιαίτερα οι εταιρίες τροφίμων, επειδή γνωρίζουν πως με τη συμφωνία θα ευνοήσει ιδιαίτερα τις αμερικανικές πολυεθνικές, επειδή θα ανασταλούν οι περιορισμοί στην παραγωγή τροφίμων από στα γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα.
Παρ’ όλα αυτά η Μέρκελ υποστήριξε πως «δεν υπάρχει ανησυχία για τα κοινωνικά και οικολογικά στάνταρντς που θα παραμείνουν». Για να καταλήξει: «Οι ΗΠΑ παραμένουν ένας από τους πιο σημαντικούς εταίρους μας».
Η συμφωνία που παρουσιάζεται ως «ευκαιρία για ευημερία» από τους υποστηρικτές της, ενώ την χαρακτηρίζουν ως «χούντα των πολυεθνικών» οι πολέμιοί της. Επειδή όμως οι διαπραγματεύσεις κρατούνται μυστικές και προωθούνται πάση θυσία από την ολιγαρχία του πλούτου, οδηγούν σε λογικά συμπεράσματα.
Δεν είναι μόνο οι αντιρρήσεις του ευρύτερου ευρωπαϊκού κοινού αλλά και η πλειοψηφία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που επανεξετάζει την προτεινόμενη προς υπογραφή Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου με την Ουάσιγκτον. Ο βασικός φόβος είναι πως ένα από τα δυσάρεστα αποτελέσματα θα είναι η εξωδικαστική επίθεση από τις αμερικανικές εταιρίες σε ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Οι όροι που προστατεύουν τους επενδυτές, είναι τόσο αυστηροί, που αναμένεται να προκληθεί γενική αναστάτωση στο νομικό καθεστώς των ευρωπαϊκών κρατών. Υπάρχει και απόφαση του 2011 από το Ευρωκοινοβούλιο με την οποία «δεν γίνεται αποδεκτή οποιαδήποτε παράγραφος στη συμφωνία που θα επιτρέπει σε ανώνυμους διαιτητικούς οργανισμούς να μπορούν να καταστρατηγήσουν εθνικούς νόμους». Θυμίζουμε όμως ότι ο ρόλος του Ευρωκοινοβούλιου είναι καθαρά «συμβουλευτικός» (βλέπε διακοσμητικός).
Η οικολογική διάσταση της G-7
Εν όψει της Συνόδου Κορυφής των G7, περιβαλλοντικές οργανώσεις καλούν τη γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ να αποδείξει εμπράκτως τη φήμη της ως «καγκελαρίου του κλίματος», δίνοντας ώθηση στις διεθνείς συνομιλίες για το κλίμα.
Η καγκελάριος Μέρκελ, με πρόσφατο άρθρο της που δημοσιεύθηκε σε πολλές εφημερίδες ανά τον κόσμο, είχε χαρακτηρίσει την κλιματική αλλαγή μία από τις δύο παγκόσμιες προκλήσεις – κλειδιά, που θα πρέπει να αποτελέσει θέμα συζήτησης στη σύνοδο του G7, σε συνδυασμό με το ζήτημα της βιώσιμης ανάπτυξης.
«Τα κύρια περιβαλλοντικά ζητούμενα για τη Μέρκελ στη σύνοδο θα είναι να αποσπάσει ισχυρές και μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις για περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από τις χώρες του G7 και να διασφαλίσει περισσότερες και βελτιωμένες δεσμεύσεις στο πεδίο της χρηματοδότησης προγραμμάτων για το περιβάλλον, με στόχο να προσεταιριστεί αναπτυσσόμενες και αναδυόμενες οικονομίες για την επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων», δήλωσε στη DW ο Κρίστιαν Χέι, γενικός γραμματέας του γερμανικού Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων για το Περιβάλλον
Η σύνοδος του G7 αποτελεί μοναδική ευκαιρία να δημιουργηθούν οι συνθήκες για την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για το περιβάλλον στη Διεθνή Διάσκεψη για το Κλίμα στο Παρίσι τον προσεχή Δεκέμβριο, εκτμά ο Τομπίας Μινχμάγερ από την Greenpeace.
Η σύνοδος πραγματοποιείται «σε μια κρίσιμη στιγμή για την Ευρώπη και για τη Γερμανία, η οποία είτε θα κατορθώσει, είτε θα αποτύχει να εκπληρώσει τους εθνικούς της στόχους για το κλίμα».
(www.styx.gr)
Leave a Reply