Tρεις αλλεπάλληλες αποφάσεις των τουρκικών δικαστηρίων αποδεικνύουν ότι επικρατεί γενικότερη σύγχυση στην τουρκική δικαιοσύνη για την ελευθερία έκφρασης ή ότι ασκούνται πιέσεις σπό κυβερνητικούς παράγοντες στους Τούρκους δικαστικούς. Πάντως, σε δύο περιπτώσεις η τουρκική δικαιοσύνη έδειξε να αντιδρά στις αυταρχικές αποφάσεις της τουρκικής κυβέρνησης.
Αυτό έδειξε απόφαση δικαστηρίου της Άγκυρας που αποφάνθηκε πως η διαμαρτυρία 1.128 Τούρκων αλλά και ξένων ακαδημαϊκών δασκάλων και άλλων διανοούμενων για τον τερματισμό του πολέμου στην Ανατολία «εντάσσεται στον χώρο των ελευθεριών της έκφρασης».
Η απόφαση ανακοινώθηκε μετά τη συνεδρίαση του «2ου Ποινικού Ειρηνοδικείου» που επίσης αποφάνθηκε εναντίον των επικριτικών σχολιασμών δια του Τύπου.Οι υπογράψαντες την διαμαρτυρία ακαδημαϊκοί είχαν προσφύγει στο δικαστήριο, μετά την επίθεση που είχαν δεχθεί από τις στήλες της ημερήσιας εφημερίδας Yeni Akit αλλά και της ιστοσελίδας της Akit Haber, που αφού κατονόμαζε τους καθηγητές που υπέγραψαν την διαμαρτυρία, τους αποκαλούσε μεταξύ άλλων «φίλων της Αρμενίας» και «υπέρ του προτεκτοράτου». Η δικαστική απόφαση καλεί «οποιοδήποτε σχόλιο και επικρίσεις να περιορίζονται σε νόμιμα πλαίσια με στόχο απλώς την αντικειμενική ενημέρωση της κοινωνίας».
Τούρκος ακαδημαϊκός απαλλάχθηκε της κατηγορίας του «προδότη». Σε δεύτερη ανάλογη δίκη, απαλλάχθηκε ο Dr. Reşat Barış Ünlü της κατηγορίας που τον είχε καταδικάσει σε εφτά χρόνια κάθειρξη, για «τρομοκρατική προπαγάνδα» για δύο δημοσιεύματά του για τον Κούρδο ηγέτη Αμντουλά Οτζαλάν.
Ο δρ. Ουνλού βοηθός καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Άγκυρας, απαλλάχθηκε των κατηγοριών στο Δεύτερο Κακουργιοδικείο σοβαρών εγκλημάτων. Την δίκη παρακολουθούσε ακροατήριο κυρίως από ακαδημαϊκούς. Το «έγκλημα» του καθηγητή: Είχε ζητήσει σε εξετάσεις από τους φοιτητές να απαντήσουν στο μάθημα «Πολιτική ζωή στην Τουρκία» να συγκρίνουν την προκήρυξη του 1978 του Οτζαλάν με μία πιο πρόσφατη διακήρυξή του το 2012, αναφορικά με το κουρδικό πρόβλημα».
Η κατηγορία που είχε διατυπωθεί εναντίον του Ουνλού ήταν πως «προσπαθούσε να νομιμοποιήσει τις ιδέες του Οτζαλάν και ισοδυναμούσε με προπαγάνδα υπέρ της τρομοκρατίας». Ο πρύτανης του Πανεπιστημίου, είχε στείλει εγγράφως στο δικαστήριο την άποψη ότι πρέπει να γίνει σεβαστή η ακαδημαϊκή αυτονομία και η ελευθερία της έκφρασης.
Στην Τρίτη περίπτωση όμως, δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης αποδέχθηκε το κατηγορητήριο που απαγγέλθηκε εναντίον των δύο διευθυντικών στελεχών της εφημερίδας Cumhuriyet, των Can Dündar και Erdem Gül στις 27 Ιανουαρίου που τους έχει οδηγήσει στη φυλακή.
Το 14ο Δικαστήριο Σοβαρών Εγκλημάτων επικύρωσε το κατηγορητήριο εναντίον του εκδότη της Τζουμχουριέτ Ντουντάρ και του υπεύθυνου του γραφείου της εφημερίδας στην Άγκυρα Γκιούλ, με το οποίο απειλούνται να καταδικασθούν σε ισόβια. Η δίκη των δύο καθορίστηκε για τις 25 Μαρτίου ενώ απορρίφθηκε το αίτημα της προσωρινής αποφυλάκισής τους ως την διεξαγωγή της δίκης.
Μάλιστα, το δικαστήριο αποφάσισε να εκδικαστεί μαζί με την υπόθεση Selam Tevhid, στην οποία θα εξετασθεί η κατηγορία της υποκλοπής εκατοντάδων βουλευτών και δημοσίων υπαλλήλων και τη δημιουργία ψεύτικης τρομοκρατικής οργάνωσης.
Οι Ντουντάρ και Γκιουλ βρίσκονται –ο καθένας- αντιμέτωπος με την κατηγορία της συγκέντρωσης «κρατικών απορρήτων με στόχο πολιτικής και στρατιωτικής κατασκοπίας, απόπειρα ανατροπής της κυβέρνησης, με την παρεμπόδιση της άσκησης του κυβερνητικού έργου, αλλά και επίτηδες υποστήριξαν τρομοκρατική οργάνωση δίχως να είναι μέλη της».
Οι δύο δημοσιογράφοι συνελήφθησαν μετά την αποκάλυψη σε δημοσίευμα της εφημερίδας ότι φορτηγά αυτοκίνητα των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών (ΜΙΤ), που ερευνήθηκαν κοντά στα σύνορα στη Νότια Τουρκία στις αρχές του 2014, βρέθηκαν γεμάτα όπλα τα οποία σκόπευαν να παραδώσουν στους αντικαθεστωτικούς αντάρτες στην Συρία.
Πηγή: hurriyetdailynews.com και styx.gr
Leave a Reply